για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία

για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
...................................................για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
Δεν έχουμε δεν πληρώνουμε....
"Η χώρα δεν έχει ανάγκη από μια συμφωνία γενικά. Έχει ανάγκη από μια έξοδο από τα αδιέξοδα των μνημονίων, από μια σύνθετη πολιτική διεξόδου και αναγέννησης σε όλους τους τομείς, παραγωγικής και πνευματικής – κοινωνικής, εθνικής ανασυγκρότησης, που δεν μπορεί να γίνει μέσα από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τους όρκους πίστης στις συνθήκες της Ε.Ε., χωρίς έναν σταθερό προσανατολισμό για μια νέα θέση της χώρας στον γεωπολιτικό άξονα. [Ο Δρόμος της Αριστεράς]

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

ΚΑΤΩ ΤΑ ΞΕΡΑ ΣΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ! Ο ΙΑΤΡΟΦΑΣΙΣΜΟΣ ΣΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΤΟΥΣ

 


Υποχρεωτικότητα εμβολιασμού άνω των 60 ετών με πρόστιμα, Πιστοποιητικό Νόσησης από 6 σε 3 μήνες, Πιστοποιητικό Εμβολιασμού στους 9 μήνες, Τρίτη δόση από 6 μήνες σε 3 μήνες, εμβολιασμοί παιδιών ηλικίας 5-11 ετών από 13/9, βιαστικές αλλαγές στον ποινικό κώδικα λόγω αποχής από το σχολείο, με απειλή φυλάκισης/στέρησης γονικής μέριμνας γονέων: αυτές είναι από τις βασικές αποφάσεις που πάρθηκαν μόνο αυτή την εβδομάδα, μέσα από ένα αλαλούμ ανακοινώσεων που άλλαζαν κάθε ώρα και λεπτό, στενεύοντας όλο και πιο πολύ τον φασιστικό κλοιό, γύρω από τις ζωές μας.

Απέναντι στο ερώτημα με ποια επιστημονικά δεδομένα αποφασίζουν, η απάντηση είναι απλή: με κανένα. Γιατί το θέμα είναι μόνο πολιτικό, πρέπει να ξεστοκάρουν άμεσα και είναι σε πανικό γιατί το παραμύθι τελειώνει και  τα κύματα οργής έχουν ήδη σηκωθεί.

Άλλωστε δεν ζούμε σε μια εποχή που να επικρατεί η στοιχειώδης τεκμηρίωση και έρευνα σε επιστημονικό βιοϊατρικό επίπεδο, αλλά βρισκόμαστε σε παγκόσμιο επίπεδο σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς φαρμακομαφίας που έχει αυτό-βαπτιστεί ως «ουδέτερη», επιβάλλοντας στους συνεργαζόμενους κυβερνώντες και ιατρούς-μέλη των επιτροπών τους κανόνες προώθησης του πιο κερδοφόρου καπιταλιστικού προϊόντος της. Ένας βολικός ιός που επιτρέπει στο να μετατρέπονται οι πεθαμένες αστικές δημοκρατίες σε ανανεωμένα ολοκληρωτικά/τυραννικά καθεστώτα.

Από αυτό το κάδρο χυδαίας κερδοσκοπίας και ολοκληρωτικού μετασχηματισμού δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι πελάτες-παιδιά. Ας μην ξεχνάμε ότι το καλοκαίρι ’21 ανακοινώθηκε επίσημα ο πειραματικός εμβολιασμός, με άδεια έκτακτης ανάγκης, των 12-18 ετών νέων με τα εξευτελιστικά δώρα mg bytes και 150 ευρώ. Στις 15/09/2021 έχουμε τον πρώτο θάνατο παιδιού 12 ετών, του Ηλία Γεωργακόπουλου στην Αρκαδία, όχι από τον «φονικό» ιό αλλά από το εμβόλιο που διενέργησε λίγες ημέρες πριν, προκειμένου να πηγαίνει στο σχολείο. 

Η μυοκαρδίτιδα και περικαρδίτιδα που αναφέρεται μέχρι και σήμερα ως άμεση παρενέργεια μετά τον εμβολιασμό των νέων, αντιμετωπίζεται με ελαφρότητα και χιούμορ ότι «αυτοϊαίνεται», σαν το συνάχι. Ενώ οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις μιας τέτοιας φλεγμονής μας λένε ότι είναι άγνωστες και θα γνωστοποιηθούν στο μέλλον από τις πληροφορίες που θα μας δώσουν τα πειράματα του παρόντος στα σώματα των παιδιών.

Μέσα στον πανικό τους να σπρώξουν όσο γρηγορότερα γίνεται τις παρτίδες που παραγγέλνουν και πληρώνουν με δις ευρώ μέχρι να σβήσει ο ήλιος, ανακοινώνουν αιφνιδιαστικά ότι στις 13 Δεκέμβρη θα εμβολιάζονται τα παιδιά 5-11 ετών, ενώ έχει αποδειχθεί ότι δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο, δεν κατακλύζουν τα νοσοκομεία, δεν πεθαίνουν σαν τις μύγες στις παιδικές χαρές και τα περισσότερα έχουν ήδη φυσική ανοσία μέσω της επαφής τους εδώ και δυο χρόνια με την ευρύτερη κοινότητα. 

Πλέον τελείωσε και το αφήγημα με δάκρυα «να σώσουμε τον παππού και την γιαγιά», αυτούς τους «σώζει» ο ιατρικός πατερναλισμός μέσω της υφαρπαγής της αυτοδιάθεσης των σωμάτων τους με τιμωρία τα 100 ευρώ μηνιαίως. Αυτό που έμεινε είναι πλέον ένα σαχλό επιχείρημα Πυθίας ότι τα παιδιά διατρέχουν κίνδυνο long covid, ενώ δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για αυτή την αυθαίρετη υπόθεση.

Αλλά μην γελιόμαστε η ουσία του εμβολιασμού για τα παιδιά τόσο μικρής ηλικίας δεν έχει στον πυρήνα της την «προστασία από τον ιό», αλλά την απόκτηση του «πιστοποιητικού ελευθερίας» όπου πλέον όλοι και όλες -από τα μωρά μέχρι τους ενήλικες- θα πρέπει να επιδεικνύουμε για να ζούμε από εδώ και στο εξής ως δούλοι και πελάτες της φαρμακομαφίας. Η ελευθερία είναι προνόμιο με ημερομηνία λήξης και η κοινωνία ελέγχου είναι ήδη παρούσα.

Απέναντι σε αυτό το ολοκληρωτικό καθεστώς που κλέβει τα σώματα μας και τις ζωές των παιδιών μας, στεκόμαστε με όσους τρόπους και μορφές αυτό-οργάνωσης διαθέτουμε για να εμποδίσουμε τον πιο φονικό ιο από όλους: αυτόν του φασισμού.

Γιατί μια μέρα τα παιδιά θα μας ρωτήσουν «εσείς τι κάνατε για να το σταματήσετε»; 

Κι εμείς πρέπει να τους δώσουμε μια απάντηση.

Contra Dystopia

Πηγή: https://contradystopia.blogspot.com

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2021

ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, ΤΕΧΝΟΕΠΙΣΤΗΜΗ, ΙΑΤΡΙΚΗ: ΤΟ ΑΡΡΗΚΤΟ ΠΛΕΓΜΑ


Ακολουθεί η εισήγηση του Φώτη Τερζάκη στο διήμερο για το υγειονομικό απαρτχάιντ: 

Υπάρχουν στιγμές στην ιστορία που η πραγματικότητα γίνεται ένα ατέρμονος εφιάλτης για τους ανθρώπους που είναι πιασμένοι μέσα της· και μια σε τέτοια πραγματικότητα είμαστε εγκλωβισμένοι τούτη τη στιγμή. Δεν χρειάζεται να πω ότι αντιμετωπίζουμε τον μεγαλύτερο πολιτικό κίνδυνο που γνωρίσαμε στη ζωή μας – ακόμη και οι μεγαλύτεροι από μας που πρόλαβαν να ζήσουν στα χρόνια της απριλιανής δικτατορίας. Διότι από μια δικτατορία, ακόμη και από την κόλαση του ναζιστικού κράτους, υπήρχε οδός διαφυγής: δραπέτευση, εξορία, μετοικεσία… Είναι ο αποκλεισμός αυτής της δυνατότητας σήμερα που κάνει τη συγκυρία μοναδική στην ανθρώπινη ιστορία. Αυτή η πρόβα παγκόσμιας διακυβέρνησης, η αστραπιαία διεθνοποίηση των ροών εντολής και υπακοής, σηματοδοτεί μια στιγμή θανάσιμου ιστορικού κινδύνου: την ολοκληρωτική μετάλλαξη του παγκόσμιου καπιταλισμού, για την οποία κάποιοι μιλάμε εδώ και χρόνια, αλλά ελάχιστα αυτιά ήταν πρόθυμα ν’ ακούσουν.

Δυστυχώς, δεν νομίζω ότι όσα επιβάλλονται τούτη τη στιγμή με το πρόσχημα της «πανδημίας» είναι παροδικά μέτρα ανάγκης, αλλά prova generale του μόνου μοντέλου υπό το οποίο μπορεί να αναπαραχθεί πλέον ο καπιταλισμός στο σημερινό στάδιο της ανάπτυξής του. Άλλωστε, η λογική των μέτρων αυτών έχει προηγηθεί και συνεχίζει να αναπτύσσεται σε ένα σωρό παράλληλες λειτουργίες που δεν σχετίζονται αποκλειστικά με το υγειονομικό ζήτημα: η ηλεκτρονική παρακολούθηση, τα βιομετρικά δεδομένα, ο έλεγχος των συναλλαγών μέσω της χρήσης πλαστικού χρήματος και κάρτας, η διαδικτυοποίηση των εργασιακών αλλά όλο και περισσότερο επίσης των διαπροσωπικών σχέσεων, είναι πραγματικότητες που δεν περίμεναν μια επιδημία για να εφαρμοστούν, και οι οποίες θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται ακόμη και όταν τα πιο ακραία από τα έκτακτα μέτρα θα έχουν αρθεί (παρότι βέβαια οι τεχνικές που δοκιμάστηκαν στη διάρκειά τους θα τις επιταχύνουν και θα τις ενισχύσουν). Εκείνο που πρέπει κυρίως να καταλάβουμε —θα έπρεπε ήδη να το έχουμε καταλάβει από την τρίτη δεκαετία του εικοστού αιώνα— είναι ότι ο ολοκληρωτισμός δεν ήταν ένα «ιστορικό ατύχημα», ούτε το σχέδιο που συνέλαβαν κάποια διεστραμμένα μυαλά, αλλά η αναγκαία και αναπότρεπτη συνέπεια του ίδιου τού καπιταλισμού, το ανώτατο στάδιο ανάπτυξής του – και, για να επαναλάβω ακόμα μία φορά τη χιλιοειπωμένη φράση του Μαξ Χορκχάιμερ, όποιος δεν θέλει να μιλήσει για καπιταλισμό, καλά θα έκανε να σωπαίνει και για τον ολοκληρωτισμό.  

Και όταν μιλάμε για καπιταλισμό, μιλάμε ήδη για τεχνοεπιστήμη. Ο καπιταλισμός υπήρξε από την πρώτη στιγμή, πάνω απ’ όλα, ένα γιγάντιο τεχνοεπιστημονικό εγχείρημα που βασίστηκε στην απεριόριστη κινητοποίηση φυσικών και ανθρώπινων πόρων, επαναστατικοποιώντας τις τεχνικές της παραγωγής, του πολέμου και της διαχείρισης των πληθυσμών – πράγμα που σημαίνει, άνευ προηγουμένου εργαλειοτεχνική καθυπόταξη της εξωτερικής όσο και της εσωτερικής φύσης, μετατροπή του ανθρώπου και του φυσικού κόσμου, έμβιου και άβιου, σε απεριόριστο παραγωγικό απόθεμα. Από αυτή την απαίτηση προέκυψε η μεγάλη επιστημονική επανάσταση του δέκατου έβδομου αιώνα που μεταμόρφωσε τόσο ριζικά τον κόσμο μας, και μέρος της ίδιας αυτής επανάστασης, βέβαια, ήταν η ίδια η νεωτερική, δυτική ιατρική – η βιοϊατρική, όπως λέμε σήμερα. Αν ιατρική είναι η μεταφορά τής πολιτικής αυτής στον ίδιο τον άνθρωπο, νοούμενον ως μέρος τού φυσικού κόσμου που πρέπει να δαμαστεί και να κυριαρχηθεί, είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος τις ολέθριες συνέπειες του εγχειρήματος: πραγμοποίηση του ανθρώπου, ολική αναγωγή του σε «αντικείμενο» επί του οποίου μπορούν να ασκηθούν ανεμπόδιστες διαχειριστικές ή διορθωτικές παρεμβάσεις. Χωρίς την «ανθρωπιστική» ρητορεία που είθισται να συνοδεύει την άσκηση της ιατρικής στις φιλελεύθερες κοινωνίες μας, αυτό είναι ακριβώς το όνειρο κάθε ολοκληρωτισμού: η απεριόριστη χειραγώγηση του ανθρώπινου υλικού και η διάπλασή του σύμφωνα με τη βούληση μιας ιθύνουσας ομάδας που γνωρίζει επειδή κυβερνά και κυβερνά επειδή γνωρίζει. Υποστηρίζω ακριβώς ότι, καταρχήν και ανεξαρτήτως του ιδιάζοντος πολιτικού περιβάλλοντος εντός τού οποίου ασκείται η δυτική ιατρική, έχει μια βαθύτερη, δομική συγγένεια με τον ολοκληρωτισμό στις πολιτικές του μορφές· και όταν ιστορικές συγκυρίες το απαιτήσουν με το πρόσχημα της «εκτάκτου ανάγκης», η εκλεκτική τους συγγένεια ωθεί στην πραγμάτωση του πιο εφιαλτικού ιστορικού σεναρίου που μπορεί κάποιος να φανταστεί: ολόπλευρη ταύτιση της ιατρικής με την πολιτική εξουσία, ανηλεής χρήση μιας ανθρώπινης «ύλης» στερημένης από κάθε υποκειμενικότητα και αυτοκαθορισμό. Ενός τέτοιου ιστορικού σεναρίου γίναμε μάρτυρες για πρώτη φορά στον εικοστό αιώνα, στην πρακτική μιας πολιτικής μορφής που λειτούργησε ως πηγή και μοντέλο για την ίδια την έννοια του ολοκληρωτισμού: του γερμανικού ναζισμού.
 
Το πείραμα των ολοκληρωτισμών τού εικοστού αιώνα όχι μόνο δεν έληξε, όχι μόνο δεν ήταν μια ιστορική παρένθεση στην εξέλιξη των φιλελεύθερων κοινωνιών τής κεφαλαιοκρατικής αγοράς, αλλά στάθηκε απεναντίας προάγγελος των πολιτικών μορφών που οι κοινωνίες αυτές μπορούν να αναπτύξουν σε συνθήκες δομικής κρίσης τους – όπως αυτή που βιώνουμε εξακολουθητικά εδώ και λίγες δεκαετίες. Το μάθημα του ολοκληρωτισμού διαχέεται σε όλο το εύρος τού ανεπτυγμένου καπιταλιστικού και ψηφιακά τεχνικοποιημένου κόσμου και η προσφυγή στις στρατηγικές του γίνεται περίπου μονόδρομος για τις κυρίαρχες ελίτ των οποίων η επικράτηση απειλείται όχι πλέον από μαζικές επαναστατικές αναταράξεις (που δεν λείπουν οπωσδήποτε, αλλά είναι απελπιστικά διεσπαρμένες και αδύναμες σε σύγκριση με το μεγαλύτερο μέρος τού εικοστού αιώνα) αλλ’ από τις ίδιες τις ανεπίλυτες δομικές αντιφάσεις του. Και ανάμεσα σε αυτές τις στρατηγικές, τον πιο κρίσιμο ρόλο έχει ίσως εκείνη που περιγράφουμε —που έχει περιγραφεί από πολλούς— ως ταύτιση της ιατρικής με την πολιτική εξουσία.

Είναι κοινός τόπος πλέον να πούμε ότι στον εικοστό αιώνα η ιατρική έχει αναλάβει λειτουργίες που άλλοτε επιτελούσε η θρησκεία. Αντίστοιχα, το να αμφισβητεί κάποιος την ορθότητα και το κύρος τής κατεστημένης ιατρικής αντιμετωπίζεται όχι μόνον ως διανοητικό σκάνδαλο αλλά και ως ευθέως αντικοινωνική πράξη, ως ενέργεια που θέτει σε κίνδυνο τη συλλογική ασφάλεια και ως εκ τούτου δραστηριότητα —υπό όρους— κολάσιμη. Είναι τέτοια η φύση των επενδύσεων, ψυχικών, υλικών και συμβολικών, που οι κοινωνίες μας έχουν κάνει στην ιατρική, τέτοιος ο βαθμός συμπλοκής της με τις στρατηγικές διακυβέρνησης στην εποχή τού υπερανεπτυγμένου καπιταλισμού με τη χαρακτηριστική του ροπή σε άρση των φιλελεύθερων δημοκρατικών διαμεσολαβήσεων, που μια σοβαρή αμφισβήτηση των ιατρικών αντιλήψεων και πρακτικών σήμερα εγκυμονεί κινδύνους ανάλογους με την αμφισβήτηση του εκκλησιαστικού δόγματος από την ανερχόμενη επιστήμη στα χρόνια τής Αναγέννησης – και ιδίως της Αντιμεταρρύθμισης.

Όσοι επιχειρούμε ν’ αντισταθούμε σήμερα σε αυτή την παγκόσμια εκστρατεία υγειονομικής τρομοκράτησης και ιατρικοποίησης του κοινωνικού ελέγχου, δεν φτάνει να επικαλούμαστε μια δικαιωματική ρητορική, που είναι βέβαια αυτονόητη μέσα στις νεωτερικές φιλελεύθερες δημοκρατίες (με ή χωρίς εισαγωγικά).  Ούτε μόνο να επικαλούμαστε στοιχεία και στατιστικές για ν’ αποδείξουμε το ασύστατο του φημολογούμενου κινδύνου – πράγμα που έχει ασφαλώς αξία κι έχει ήδη γίνει από ένα έντιμο κομμάτι της επιστημονικής κοινότητας. Πρέπει να προχωρήσουμε σε μια ριζική κριτική των ίδιων των επιστημολογικών αξιωμάτων πάνω στα οποία οικοδομήθηκε όλη η νεωτερική δυτική ιατρική. Κριτικές στις υπερβολές, στην αναποτελεσματικότητα, σε λογικά σφάλματα είτε σε αθέμιτες πολιτικές χρήσεις τής ιατρικής έχουν ασκηθεί οπωσδήποτε πολλές στις ημέρες μας, και από το εσωτερικό τού ιατρικού κόσμου. Εκείνο που είναι ωστόσο δυσκολότερο να εκριζωθεί είναι η πεποίθηση πως η δυτική ιατρική είναι κατά κάποιον τρόπο «πιο αληθινή» από τις άλλες. Το κυριότερο επιχείρημα γι’ αυτό είναι κατά βάθος η παγκόσμια επικράτησή της. Οι περισσότεροι απασχολούμενοι σήμερα στον θεσμοποιημένο τομέα υγείας (υγειονομικές υπηρεσίες, ιδιωτικά ιατρεία, ιατρικά κέντρα ή νοσοκομεία) θα διαμαρτυρηθούν ότι η σύγχρονη ιατρική και χειρουργική μόνον επιπόλαια θα μπορούσε να θεωρηθεί επηρεασμένη από τον πολιτισμό των εθνών τής Δύσης όπου για πρώτη φορά αναπτύχθηκε: όταν ασκείται στο Μεξικό, στην Ιαπωνία ή στη Ζιμπάμπουε —όπως και ασκείται σήμερα— είναι πάντα, και παραμένει, βιοϊατρική. Παραβλέπουν προφανώς τον βαθμό στον οποίον ο πολιτισμός τής Δύσης έχει επιβληθεί παγκοσμίως εν πρώτοις με την αποικιακή κατάκτηση κι εν συνεχεία με τη βίαιη υπαγωγή των παγκόσμιων κοινωνιών στην καπιταλιστική αγορά (το φαινόμενο που παλαιότερα ονομάζαμε «ιμπεριαλισμό» και σήμερα «κεφαλαιοκρατική παγκοσμιοποίηση»)· και, μαζί με αυτόν, επιβλήθηκε μοιραία η τεχνολογία και τα συστήματα γνώσης του. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι έχει εξαλειφθεί οριστικά η πολιτισμική ετερογένεια, όμως ο βαθμός υβριοδιοποίησης που χαρακτηρίζει την πλειονότητα των μη δυτικών πολιτισμών είναι μέτρο τής αποσάθρωσης που αυτοί υφίστανται υπό την επιβολή ενός ηγεμονικού πολιτισμικού μοντέλου.

Εδώ θα μπορούσαμε εξάλλου να υποδείξουμε μιαν αναλογία στο επίπεδο των πολιτικών θεσμών. Η υιοθέτηση ενός ορισμένου τύπου κοινοβουλευτισμού επικράτησε ως κυρίαρχη μορφή διακυβέρνησης στην πλειονότητα των εθνών-κρατών που προέκυψαν από την αποαποικιοποίηση των δεκαετιών τού ’60 και του ’70. Είναι αυτό συνέπεια κάποιου εξελικτικού πλεονεκτήματος της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» ή μήπως προϊόν επιβολής, ως το προσφορότερο εργαλείο υπαγωγής στην παγκόσμια αγορά, εκ μέρους ενός διεθνούς διακρατικού συστήματος από το οποίο παραμένουν εξαρτημένα τα έθνη αυτά κι εντός τού οποίου διεκδικούν μια θέση; Και σημαίνει αυτό άραγε πως οι παραδοσιακές μορφές πολιτικής οργάνωσης έχουν εξαφανιστεί – ή μήπως επιβιώνουν σε ποικίλους βαθμούς διαπλοκής με το εδραιωμένο πολιτικό μοντέλο κάτω από την κρούστα ενός εύθραυστου κοινοβουλευτισμού;

Ακόμα στις ημέρες μας είναι ζωντανές στην παγκόσμια περιφέρεια θεραπευτικές πρακτικές ριζικά διαφορετικές από αυτές που συνιστούν τη μοντέρνα βιοϊατρική ορθοδοξία, οι οποίες έχουν πανάρχαιη καταγωγή. Οι θεραπευτικές αντιλήψεις και πρακτικές τού αρχαίου, μεσαιωνικού και ανατολικού κόσμου είναι βέβαια ποικίλες, πολύ διαφορετικές στις λεπτομέρειές τους και, παρά τις πολλές διαφαινόμενες συγγένειες τους, δεν μπορούν να αναχθούν σε μια ενιαία φιλοσοφική κοσμοαντίληψη – ούτε κι έχουμε τον χρόνο να τις περιδιαβούμε λεπτομερώς εδώ. Υπάρχει ωστόσο κάτι αξιοπρόσεκτα κοινό σε όλες αυτές, κάτι το οποίο επρόκειτο ν’ αλλάξει μόνο με την «επιστημονική» ιατρική που γεννήθηκε μετά την καρτεσιανή ρήξη του δέκατου έβδομου αιώνα. Πρόκειται για έναν τριπλό δεσμό που παραμένει σε όλες τις εκδοχές τους άρρηκτος:

α) δεσμός ομολογίας ανάμεσα στη σωματική (ή «αντικειμενική») και την ψυχική
   (ή «υποκειμενική») διάσταση·
β) δεσμός αλληλόδρασης ανάμεσα στον οργανισμό και το περιβάλλον·
γ) δεσμός αμοιβαιότητας ανάμεσα στον πάσχοντα και τον θεραπευτή.

Αυτόν τον τριπλό δεσμό διέρρηξε οριστικά η νέα, μετα-γαλιλαϊκή και μετα-καρτεσιανή ιατρική, και από αυτή τη ρήξη προέκυψαν οι θεμελιώδεις αντιλήψεις και πρακτικές που θεωρούνται επιστημονικές και διαποτίζουν ολόκληρο το μοντέρνο κλινικό πεδίο. Η καρτεσιανή ρήξη οριοθέτησε με καινούργιο τρόπο το πεδίο άσκησης μιας «επιστημονικής» ιατρικής: το ανθρώπινο σώμα, νοούμενο ως αυτοτελής φυσικό μηχανισμό, καθαρμένος από κάθε συγκινησιακή και περιβαλλοντική παράμετρο, για την περιγραφή τού οποίου —όπως και κάθε άλλου υλικού σώματος— αρμόδια ήταν η νευτώνεια φυσική. Δηλαδή, μια μηχανική τού σώματος (ανεξαρτήτως βαθμού πολυπλοκότητας του μοντέλου που κατασκευάζει γι’ αυτό το σώμα: φυσικοχημικό, βιοχημικό είτε βιοκυβερνητικό είναι από την άποψη που συζητάμε το ίδιο, όσο οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές είναι εξίσου μηχανές με τις τροχαλίες και τα ρολόγια)· μηχανική σύμφωνα με την οποία η «θεραπεία» νοείται ως διορθωτική παρέμβαση σε έναν δυσλειτουργικό και κατά το μάλλον ή ήττον παθητικό μηχανισμό, τον οποίον πρέπει να επαναποδώσει το συντομότερο δυνατόν στην παραγωγή. Κύρια αρετή της μηχανής είναι η αποδοτικότητα, και αυτή ακριβώς είναι που έχει αναχθεί σε κριτήριο «υγείας» του καπιταλιστικά εξημερωμένου ανθρώπινου σώματος.

Αν σήμερα, με πρόσχημα μια κοινή και ελάχιστα επικίνδυνη επιδημία, είμαστε όλοι αιχμάλωτοι στα χέρια τού ολοκληρωτικού κράτους που στο όνομα της δημόσιας υγείας αντλεί το δικαίωμα να μετατρέψει ολόκληρη την κοινωνία σ’ ένα υγειονομικά ελεγχόμενο Άουσβιτς, υπάρχει κάτι το οποίο έχει προαναγγείλει, όπως εγώ τουλάχιστον το βλέπω, αυτό που συμβαίνει τώρα: τα δρακόντεια μέτρα κατά του καπνίσματος σε ολόκληρο τον κόσμο· μια αληθινή διωκτική παράνοια που μεταβάλλει τον δημόσιο χώρο σε ένα είδος λοιμοκαθαρτηρίου, εμπεδώνει ανήκουστες τεχνικές ελέγχου τού σώματος και των φυσικών μας λειτουργιών, μας καθιστά όλους υπόλογους σε μια διάχυτη εξουσία, η οποία πολλαπλασιάζει τα μέσα επέμβασης και εκβιασμού ανά πάσα στιγμή προς όλους, καλλιεργεί τον χαφιεδισμό και την επιτήρηση, διαθέσιμη τελικά για οιονδήποτε κατασταλτικό σκοπό. Το ότι το κράτος ή γενικά μια δημόσια αρχή έχει το δικαίωμα να ορίσει πώς θα διαχειριστούμε το σώμα μας, πώς θα ζήσουμε ή θα πεθάνουμε, να αφαιρέσει δηλαδή τον οιονδήποτε βαθμό κυριότητάς μας πάνω στις ίδιες τις ζωτικές μας λειτουργίες, είναι το ακραίο σημείο που μπορεί να φτάσει η χειραγώγηση των πληθυσμών, κάτι που μόνο τα πιο στυγερά ολοκληρωτικά καθεστώτα τόλμησαν στο παρελθόν – και που άλλωστε συνάντησαν, τότε, αποφασισμένες αντιστάσεις τουλάχιστον από μια μερίδα ανθρώπων διόλου ευκαταφρόνητη. Τα κόμματα της Αριστεράς που ψήφισαν και ψηφίζουν αυτούς τους νόμους δεν έχουν διδαχθεί άραγε από την ιστορική τους πείρα ότι όσο περισσότερες απαγορεύσεις επιβάλλονται στον δημόσιο βίο, τόσο περισσότερο γίνονται οι κοινωνίες ευεπίφορες στην αστυνόμευση και στην καταστολή, τους καρπούς των οποίων θα δρέψουν εντέλει σ’ εκείνες τις δραστηριότητες που θεωρούνται ως οι πιο επικίνδυνες πολιτικά για τα εδραιωμένα συμφέροντα;  

Δεν ξέρω αν αυτά φαίνονται άσχετα με το ζήτημα που μας απασχολεί τούτη τη στιγμή, αλλά θέλω ακριβώς να τονίσω τη συνέχεια που υπάρχει σε αυτά τα πράγματα, το πώς έχουν προδιαμορφωθεί εκείνες οι στάσεις και διαθέσεις που κάνουν τους πληθυσμούς καλούς αγωγούς στη χειραγώγηση, μέχρι το σημείο που δεν υπάρχει πλέον επιστροφή. Και σήμερα φαίνεται ότι πλησιάζουμε πολύ αυτό το σημείο. Το αδιανόητο και το πιο τρομακτικό είναι το πώς οι άνθρωποι καταλήγουν ν’ αποδέχονται αδιαμαρτύρητα τέτοιες μορφές ανελέητης καταστολής – και μάλιστα να νιώθουν ευγνώμονες και προστατευμένοι…! Το κλειδί είναι ολοφάνερα η μαγική υποβολή που ασκεί η ιδέα τής «δημόσιας υγείας»: όταν η δημόσια υγεία είναι το πρόσχημα, όλες οι αντιστάσεις παραλύουν, οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να υποστούν οτιδήποτε και παγώνουν ακόμη και οι πιο στοιχειώδεις λογικές λειτουργίες. Κανείς δεν αναρωτιέται, ας πούμε, πόσα και ποια κριτήρια της υγείας υπάρχουν και ποιο σε κάθε περίπτωση επιλέγουμε, πόσο πραγματικός είναι ο κίνδυνος που κάθε φορά προβάλλεται και για ποιον, από ποιον προβάλλεται και για ποιους πιθανούς λόγους, ποιος ο συγκριτικός βαθμός επικινδυνότητας ανάμεσα στην εκάστοτε σεσημασμένη «απειλή» και σε άλλες πρακτικές οι οποίες θεωρούνται «κανονικές» και συνεχίζονται αδιατάρακτα στις κοινωνίες μας…  Και αυτή η υπνωτική υποβολή που ασκεί η ιδέα τής «δημόσιας υγείας» διασφαλίζει την πιο επίφοβη απ’ όλες τις εξουσίες, αληθινή μάστιγα των νεωτερικών μας κοινωνιών και την πιο ασφαλή οδό προς τον ολοκληρωτισμό: την ιατρική εξουσία ως κατεξοχήν εργαλείο τής πολιτικής.

Για τη θεωρητική σύλληψη αυτού έχει προ πολλού επιστρατευθεί μία έννοια που ακούγεται όλο και συχνότερα στις συζητήσεις των ημερών: η έννοια της βιοπολιτικής, η οποία κατασκευάστηκε ακριβώς να περιγράψει τις ιδιότυπες μορφές ολοκληρωτισμού που ανατέλλουν στις δυτικές κοινωνίες ήδη από τα μέσα τού εικοστού αιώνα, αλλά της ιλιγγιώδους επιτάχυνσής τους γινόμαστε μάρτυρες ακριβώς σήμερα. Αναλόγως τού από ποια πλευρά τη φωτίζει κάποιος, δηλώνει την ιατρικοποίηση της πολιτικής επιτήρησης —κυριολεκτικά, την εισβολή τού κράτους στο ανθρώπινο σώμα— είτε την ανάληψη αστυνομικών λειτουργιών και εξουσιών από το ιατρικό επάγγελμα· με τον ίδιον τρόπο, αίρει τους φραγμούς ανάμεσα στις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές όψεις τής εξουσίας.

Θέλω να γίνει σαφές ότι με όσα λέω εδώ για τον κατασταλτικό ρόλο τής ιατρικής δεν αντιτίθεμαι στην «πολιτικοποίηση της ιατρικής» γενικώς, όπως λένε καλή τη θελήσει κάποιοι, αλλά σε μια ορισμένη, πειθαρχική πολιτική λειτουργία της· και πιστεύω ακράδαντα την ίδια στιγμή ότι μια ιατρική όντως θεραπευτική ενέχει κατ’ ανάγκη μια ορισμένη πολιτική διάσταση, χειραφετησιακή και απελευθερωτική. Διότι στην πραγματικότητα η έννοια «πολιτική» χρησιμοποιείται με δύο πολύ διαφορετικές σημασίες στη συζήτηση: όταν εγώ μιλώ για πολιτική εννοώ την έλλογη δράση των ανθρώπων με στόχο την κατανόηση των κοινωνικών όρων τής ύπαρξής τους και την ανάπτυξη αυτονομίας απέναντι σε μορφές θεσμοποιημένου καταναγκασμού· η έννοια της πολιτικής που ενέχεται στον όρο «βιοπολιτική» —και απηχεί δυστυχώς τον τρόπο με τον οποίον γίνεται κοινώς αντιληπτή η πολιτική σήμερα— πάσχει από μια κρίσιμη αλλοίωση της καταγωγικής σημασίας της, κατ’ ουσίαν συρρικνωμένη στην τεχνική έννοια διακυβέρνηση. Αποφασιστική σημασία έχει για το επιχείρημά μου η μία έννοια της πολιτικής να αντιταχθεί στην άλλη: να ανακτήσουμε την πραξεολογική ενάντια στην τεχνική διάσταση σημαίνει ακριβώς να ασκήσουμε την πολιτική ενάντια στη διακυβέρνηση. Μόνο με αυτή την έννοια γίνεται κατανοητό πώς η τρέχουσα βιοπολιτική εξαλείφει ουσιαστικά την πολιτική σφαίρα – πράγμα που, δεν χρειάζεται να το πω, συνιστά αναγνωριστικό γνώρισμα κάθε ολοκληρωτισμού.

Να μην πιστέψουμε λοιπόν ότι το πρόβλημα είναι τάχα οι πολιτικές χρήσεις τής ιατρικής, ως εάν η ίδια ήταν ένα ουδέτερο εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με καλό ή με κακό τρόπο, για καλούς είτε για κακούς σκοπούς. Οι πολιτικές σημασίες για τις οποίες μιλώ και οι οποίες διακυβεύονται στην άσκηση της ιατρικής δεν ανάγονται κατ’ αρχήν σε προθέσεις —οι οποίες είναι βεβαίως σημαντικές σ’ ένα δεύτερο επίπεδο— αλλά είναι ενθηκευμένες στο ίδιο το επιστημολογικό μοντέλο, δηλαδή στη μορφή τής εκάστοτε ιατρικής. Αν μια ιατρική μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όργανο καταστολής, πρέπει να είναι κατασκευασμένη και με ανάλογο τρόπο. Η συζήτηση που θέλω ν’ ανοίξω αφορά πρωτίστως αυτό το βαθύτερο επίπεδο, τα ιατρικά μοντέλα και τις πολιτικές σημασίες που είναι εγγεγραμμένες στη δομή τους, τις οποίες πρέπει να φέρουμε στο φως και να καταστήσουμε ρητές – και μόνο δευτερευόντως, εν είδει προέκτασης των πρώτων, τις πολιτικές χρήσεις τής ιατρικής και τον εγκληματικά κερδοσκοπικό χαρακτήρα των φαρμακευτικού καρτέλ και της βιομηχανίας υγείας. Αν μου επιτρέπεται να εκφραστώ κάπως χονδροειδώς —και θα το κάνω, γιατί με αναγκάζει η άρνηση τόσο πολλών ευφυών ανθρώπων να δουν το αυτονόητο— η καθιερωμένη ιατρική είναι πάντα δεξιά, ακόμη και όταν ασκείται από αριστερούς και με τις ανθρωπιστικότερες προθέσεις γιατρούς. Στο επίπεδο που μιλάμε, λοιπόν, η πολιτική αντιπαράθεση παίρνει τη μορφή μιας διαμάχης για το ποια ιατρική – που σημαίνει επίσης, πώς σημασιοδοτούμε την αρρώστια, τη θεραπεία, την υγεία.

Προσυνοψίζοντας κατά κάποιον τρόπο τη θέση μου, θα υποστηρίξω ότι η καρδιά τής αντιμαχίας των θεραπευτικών προσεγγίσεων στον σύγχρονο κόσμο έγκειται στο πώς θα σηματοδοτήσουμε κεντρικά την αρρώστια: είτε ως εξωγενή εισβολή είτε ως κατάρρευση της έμφυτης ανοσοποιητικής ικανότητας. Η βαρύτητα της απάντησης είναι τεράστια· διότι από την οπτική που θα υιοθετηθεί απορρέουν άκρως διαφορετικές, και δραματικά αποκλίνουσες, θεραπευτικές στρατηγικές, με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο στη ζωή τού ατόμου όσο και στη ρύθμιση της κοινωνίας. Εν πρώτοις, θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει —το έχουν ήδη ρωτήσει κάποιοι—, γιατί πρέπει να διαλέξουμε; Μήπως έχουμε εδώ απλώς δύο συμπληρωματικές οπτικές γωνίες, που πρέπει να συνεκτιμηθούν ώστε να δράσουμε με τον προσφορότερο κατά περίπτωση τρόπο, ή και συνδυασμένα; Από την άποψη αυτή το δίλημμα μοιάζει με τις γνωστές παιγνιώδεις Gestalt εικόνες: αναλόγως ποιο από τα δύο χρώματα (μαύρο ή άσπρο) θα εκλάβουμε ως μορφή και ποιο ως φόντο, μπορούμε να δούμε είτε δύο αντικριστά πρόσωπα είτε ένα δισκοπότηρο. Σ’ ένα τυπικό επιστημολογικό επίπεδο είναι πράγματι έτσι. Ωστόσο, δεν υπάρχει τυπικό επιστημολογικό επίπεδο αμόλυντο από την πράξη. Το πρώτο που έχω ν’ απαντήσω είναι ότι, πάντως, δεν μπορούμε να δούμε και τα δύο ταυτόχρονα· η μία οπτική αποκλείει συστατικά την άλλη. Το δεύτερο είναι ακόμη σοβαρότερο. Το πώς θα διαβάσουμε μια εικόνα έχει ελάχιστες περαιτέρω συνέπειες· στο κάτω-κάτω μπορούμε σε δεύτερο χρόνο να την διαβάσουμε αντίστροφα, και σε τρίτο χρόνο να συνθέσουμε τις ξεχωριστές αισθητηριακές μας αντιλήψεις σε μια κατανόηση της δομής της. Μια σηματοδότηση της αρρώστιας όμως έχει τεράστιες επιπτώσεις, επειδή εξουσιοδοτεί δράσεις ανυπολόγιστου βεληνεκούς με μη αναστρέψιμες συνέπειες, κάνοντας de facto αδύνατη την εναλλαγή οπτικής σε δεύτερο χρόνο – δηλαδή, δεν υπάρχει «δεύτερος χρόνος» (τουλάχιστον σε ατομικό επίπεδο, και κάποιες φορές σε κοινωνικό επίσης)…  

Αν είμαστε υποχρεωμένοι να διαλέξουμε λοιπόν χρειαζόμαστε ένα κριτήριο. Και το κριτήριο αυτό είναι κατ’ ανάγκη πολιτικό, με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου: αφορά σε τελευταία ανάλυση την πολιτική έναντι της φύσης που είμαστε διατεθειμένοι ν’ ασκήσουμε, συνυπολογίζοντας και όλες τις επιπτώσεις της στον ατομικό και συλλογικό βίο. Αν βλέπουμε την αρρώστια σαν εξωγενή εισβολή που πρέπει να καταπολεμηθεί, αυτό προφανώς εξουσιοδοτεί έναν αδίστακτο πόλεμο κατά της φύσης, στον οποίον το πρώτο που προορίζεται να πέσει είναι το ίδιο το ανθρώπινο σώμα. Εάν τη βλέπουμε σαν κατάρρευση της άμυνας του οργανισμού, απεναντίας, αυτό μας ωθεί να συνεργαστούμε με τη φύση για την ενίσχυσή του, κι εξουσιοδοτεί περαιτέρω μια δράση πάνω στα κοινωνικά αίτια της δυστυχίας η οποία οδηγεί στην ανθρώπινη αποδυνάμωση, ψυχική και σωματική ταυτόχρονα. Πίσω από τα θεραπευτικά μας διλήμματα κρύβεται σε τελευταία ανάλυση η εναλλαγή αυτονομία ή ετερονομία – και είναι το μόνο κριτήριο στο οποίο μπορούμε να βασιστούμε αναμφίβολα για την εκλογή θεραπευτικής στάσης. Και να επιλέξουμε τη αυτονομία σημαίνει επίσης, να εμπιστευθούμε τη φύση.

Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε συνεπώς για μια θεραπευτική συναρμόσιμη με μια ριζοσπαστική οικολογική σκοπιά· και μοντέλα μιας τέτοιας θεραπευτικής μάς προσφέρουν πολλές από τις λεγόμενες (ελλείψει καλύτερου όρου) «εναλλακτικές θεραπείες» που διεκδικούν μεγάλο μερίδιο δημοτικότητας στις ημέρες μας. Δεν χρειάζεται να τις κατονομάσω εδώ. Είναι όμως δείκτης μιας βαθιάς θεραπευτικής μεταπολίτευσης που σοβεί πίσω από τις κατεστημένες ιατρικές πρακτικές, τις φαινομενικά κυρίαρχες – μεταπολίτευση που μοιάζει, μπροστά στην αυξανόμενη απογοήτευση από το ισχύον βιοϊατρικό μοντέλο και το ευρύτερο επιστημολογικό παράδειγμα απ’ όπου αυτό αντλεί την ισχύ του, να ξαναβρίσκει, σε έναν παράδοξο ιστορικό κύκλο, δεσμούς μ’ εκείνες τις μακραίωνες θεραπευτικές αντιλήψεις και την πρακτική τους σοφία που το μοντέλο αυτό απέκλεισε. Είναι ένα χώρος ακόμα ρευστός που χαρακτηρίζεται από μεγάλη κινητικότητα και ανομοιογένεια, στον οποίον συχνά παρεισδύουν φαινόμενα γραφικότητας και ανευθυνότητας, δεν χρειάζεται να το πω, δίνοντας αφορμή για μια εκ του πονηρού απαξίωσή του εν συνόλω. Θεωρώ ότι πρέπει να γίνει ένα ουσιαστικό ξεκαθάρισμα που θα καταστήσει σαφές τί πραγματικά πολύτιμο συνεισφέρει, μιλώντας πάντα σε επίπεδο επιστημολογικών μοντέλων και βαθιάς δομής, ανεξάρτητα από την αξιολόγηση προσώπων, προθέσεων και ικανοτήτων. Πρέπει όμως επίσης εδώ να δηλώσω εκ προοιμίου πως αντιτίθεμαι σε μια ορισμένη ρητορική που ενδημεί σε αυτούς τους κύκλους —που ενδημεί δυστυχώς και σε μεγάλο μέρος τού οικολογικού φάσματος— και είναι αυτό που ονομάζουμε ιδεολογία τού υγιεινισμού. Αντιτίθεμαι στον πουριτανικό και κρυπτο-ασκητικό της χαρακτήρα, που μοιάζει να έχει απορροφήσει ανυποψίαστα μεγάλες δόσεις των αντίπαλων αξιών δίνοντας καταφανή εκλογίκευση σε ψυχαναγκαστικά και ναρκισσιστικά άγχη, και είναι αυτό ακριβώς που την κάνει συναρμόσιμη μ’ ένα κομφορμιστικό lifestyle αφομοιώσιμο δίχως τριγμούς από την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων (και συμπληρωματικό τής «πολιτικής ορθότητας» που έχει μεταβάλει μεγάλο μέρος των κάποτε ριζοσπαστικών κινημάτων σε αβλαβή κατοικίδια). Το έχω ξαναπεί, η οικολογία δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, «υγιεινισμός»· οφείλει να είναι επίμονος, ασυνθηκολόγητος αντικαπιταλιστικός αγώνας, μια επίμοχθη προσπάθεια να ελευθερώσουμε τη φύση και την ανθρώπινη εργασία από τους μηχανισμούς τής εμπορευματικής «αξιοποίησης», προϋπόθεση για οιαδήποτε νοητή, ατομική ή συλλογική, έννοια αξιοπρέπειας και αυτονομίας. Και αυτού ειπωθέντος, πρέπει να θυμόμαστε ότι κανείς δεν μπορεί να είναι ποτέ υγιής μέσα σε μιαν άρρωστη κοινωνία· κάθε θεραπευτική, οσηδήποτε σοφία κι αν την διαπνέει, αργά ή γρήγορα θα προσκρούσει σ’ ένα ανυπέρβλητο όριο – τον τρόπο που είναι δομημένη η κοινωνία, η οποία υποβάλλει αδιάκοπα το άτομο στο ασφυκτικό δίλημμα: προσαρμογή ή θάνατος! Αυτό μοιάζει να σημαίνει ότι κάθε καλώς εννοούμενη θεραπεία δεν μπορεί, από ένα σημείο και πέρα, να συνεχιστεί παρά ως κάποιου είδους επαναστατική δράση (με όλη τη συνακόλουθη διακινδύνευση, που κάποτε είναι αληθινή ρουλέτα με τον θάνατο). 
 
Πηγή: https://contradystopia.blogspot.com

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2021

Ιταλία: Το φοιτητικό κίνημα κατά του Green Pass αποκτά το δικό του Πανεπιστήμιο


γράφει ο Γιώργης - Βύρων Δάβος 

Μια νέα πανεπιστημιακή «αντι-εξουσία», ένας ελεύθερος κύκλος διαλέξεων και ανταλλαγής απόψεων κατά τα πρότυπα των ανοικτών μαθημάτων του ‘68.

Το ιταλικό κίνημα κατά του Πράσινου Πιστοποιητικού για τα εμβόλια (Green Pass) σε μεγάλο βαθμό έχει διαστρεβλωθεί από τον κρατικό μηχανισμό, τη στάση των πολιτικών και τη συντριπτική μερίδα του Τύπου. Και αυτό γιατί συλλήβδην οι πολέμιοι στην εφαρμογή του μέτρου, κατά τρόπο στερεότυπα παραμειωτικό και αυθαίρετο, που παραβλέπει τους ιδιότυπους και τις διακλαδώσεις αυτού του αμαλγάματος, κατατάσσονται στην παράταξη των αντιεμβολιαστών ή των φασιστοειδών που εκμεταλλεύονται τη ρευστότητα και την ανυπαρξία μίας ιεραρχίας στη δομή και οργάνωση του κινήματος.

Εν πολλοίς, ο συστημικός Τύπος αποσιωπά όποιες -και είναι πολλές- φωνές αντιτάσσονται στην τυφλή και οριζόντια εφαρμογή του Green Pass με επιχειρήματα καίρια είτε από επιστημολογική, είτε από πολιτικοθεωρητική άποψη, ιδίως κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου μπροστά σε έναν υφέρποντα βιοπολιτικό έλεγχο που σιγά σιγά παγιώνεται. Κι εάν αυτοί οι μηχανισμοί  δεν κατορθώνουν να αποσιωπήσουν τις φωνές τους τότε το σύστημα τις διαπομπεύει, διαστρεβλώνει και τις ονειδίζει (όπως συνέβη με την περίπτωση των φιλοσόφων Τζόρτζο Άγκαμπεν και Μάσιμο Κατσάρι).

Ωστόσο, παρά την κυρίαρχη εικόνα που η ιταλική Πολιτεία και τα μέσα ενημέρωσης επιχειρούν καθημερινά να περάσουν για την αντίδραση στο Green Pass, πολλές είναι εκείνες οι ομάδες, που αν και μειοψηφικές και ενδιάμεσες στην κατατρομοκρατημένη κοινωνία, ξεπηδούν καθημερινά, με επίκεντρο κυρίως τα Πανεπιστήμια και τα σχολεία.

Προβεβλημένοι καθηγητές, φοιτητές, αλλά και μαθητές, συνειδητοποιημένοι και με εύλογα επιχειρήματα, όπως επίσης και μεγάλη μαχητικότητα, προβάλλουν τις αντι-θέσεις τους και συνάμα συνθέτουν ένα δίκτυο δράσης, που ενίοτε κατορθώνει να διαρρήξει  την κατεστημένη αλυσίδα πληροφόρησης και να αναδείξουν τη γνώμη τους και τους λόγους για τους οποίους αρνούνται να ασπασθούν ασμένως τις μεθόδους μαζικού και ψηφιακού ελέγχου του πληθυσμού.

Ένα τέτοιο παράδειγμα στάθηκε τον περασμένο μήνα η Σίλβια, η 20χρονη φοιτήτρια στη Μπολόνια που με την άρνησή της να δείξει Green Pass, αλλά και να εγκαταλείψει το αμφιθέατρο παρεμπόδισε μερικά μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή της Μπολόνια, προκαλώντας έναν ζωηρό διάλογο υπέρ και κατά του μέτρου μέσα στη Σχολή, για την σκοπιμότητα ή όχι και για το εάν εξυπηρετούν κάπου και ποιους οι αντιδράσεις αυτές. Παράλληλα προκάλεσαν στενόμυαλες και μισαλλόδοξες αντιδράσεις και απειλές εναντίον της.  Όμως η περίπτωση της Σίλβιας είναι μόνον μία από τις εξωτερικές στιβάδες στον αστερισμό του κινήματος αυτού, ο οποίος σιγά σιγά παίρνει  πλατύτερα χαρακτηριστικά και εξαπλώνεται σε πανεθνικό επίπεδο. Μίας κοινότητας που κάτω από την πλατφόρμα «Φοιτητές ενάντια στο Green Pass» (Studenti contro il Green Pass), οργανώνονται σε κάθε περιοχή της Ιταλίας, πλουτίζοντας την ανθρωπογεωγραφία των σχετικών ιστοτόπων της πολιτικοποιημένης αντίστασης στον έλεγχο, που θεωρείται ότι με την Πατρόκλου πρόφασιν της πανδημίας αποσκοπεί στην παγίωσή του πάνω στην κοινωνία. Ήδη η σχετική συντονισμένη προσπάθεια έχει 24.000 συνδρομητές στο Facebook, ενώ η αντίστοιχη σελίδα της στο Τelegram συγκεντρώνει περίπου 10.000.

Από τις σελίδες και τις οθόνες σχεδόν καθημερινά κυκλοφορούν καλέσματα για νέες κινητοποιήσεις ενάντια στο Green Pass, «σε μία επίθεση που πρέπει να σταματήσει τώρα», όπως διακηρύσσουν. Μάλιστα, οι φοιτητές που αντιτίθενται στο Green Pass, αλλά και άλλοι που εν γένει ορθώνουν το ανάστημά τους ενάντια σε κάθε περιορισμό, έχουν προκηρύξει μία εβδομάδα «γενικής κινητοποίησης από αυτό το Σάββατο έως το επόμενο» υπέρ του δικαιώματος στη διαδήλωση-που όπως κατέδειξαν και τα γεγονότα στην Τεργέστη που αναδείξαμε από το Κοσμοδρόμιο κινδυνεύει να καταργηθεί και οι πρωτεργάτες να διώκονται με βάση τον νόμο για χουλιγκανισμό.

Πέρα όμως και από τους μαθητές και φοιτητές, ένα μεγάλο κλάσμα από την ακαδημαϊκή κοινότητα στην Ιταλία (όχι μόνον οι Κατσάρι και Άγκαμπεν) διατρανώνουν δριμείες και έμπρακτες αντιρρήσεις ενάντια στην επιβολή του Green Pass, που απαγορεύει την είσοδο στις τάξεις και στα γραφεία όσων καθηγητών δεν το επιδεικνύουν.  Την Τετάρτη17 Νοεμβρίου στο Τορίνο και στο Διεθνές Πανεπιστημιακό Κολέγιο διοργανώθηκε μία συνάντηση των πανεπιστημιακών που αντιδρούν στον οριζόντιο και καθολικό έλεγχο και έχουν εκφράσει αντιρρήσεις περί της δημοκρατικής υποχρέωσης της κατοχής του (που λογικοφανώς εκφράζεται με το έωλο επιχείρημα του ‘διπλώματος οδήγησης’-το οποίο όμως δεν διαχωρίζει, αποκλείει και διακρίνει όποιον δεν έχει, ούτε και γίνεται απαιτητό σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής). 

Πρωτεργάτης σ’ αυτή τη συνάντηση για την ανάγκη συντονισμένης δράσης κaι ενημέρωσης, αλλά και για την οργάνωση ενός «αντιπανεπιστημίου» με όσους αρνούνται το Green Pass, ήταν ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου,  Ούγκο Ματέι, ο οποίος είχε κατέλθει κι ως υποψήφιος δήμαρχος, με  ρηξικέλευθες προτάσεις ενάντια στον Μάριο Ντράγκι και τον υπουργό Υγείας Σπεράντσα, κατά τις πρόσφατες εκλογές στο Τορίνο. Ο Ματέι είναι διάσημος στην Ιταλία, τόσο για τις κατά καιρούς δηλώσεις του, αλλά και για τις έμπρακτες αντιπαραθέσεις του με ελεγκτές εμβολιασμού, εισερχόμενος ως ταύρος εντός υαλοπωλείου  στο Παν/μιο, μαζί με φοιτητές χωρίς να επιδείξει πιστοποιητικό. «Δεν έχεις το δικαίωμα, ούτε εσύ, ούτε κανείς, να με σταματήσεις. Μόνο μπορείς να ειδοποιήσεις τις αρχές, αυτό αναφέρεται στην εγκύκλιο», είχε αποστομώσει ο έμπειρος καθηγητής Δικαίου τον εντεταλμένο υπάλληλο. Μία ερμηνεία και μάθημα ανάγνωσης του νόμου, που βρήκε πολλούς μιμητές σε όλη τη χώρα.

Χάρις σε αυτόν και τη δράση του, έχουν ξεπηδήσει πολλοί πυρήνες  ανυπακοής στη Ρώμη, τη Φλωρεντία, τη Γένοβα, τη Νάπολη, το Παλέρμο, το Τορίνο, την Κατάνια, την Κάλιαρι, την Τεργέστη, το Ούντινε, το Ουρμπίνο, το Σαλέρνο, την Πίζα, την Ανκόνα, την Περούτζια και η λίστα μεγαλώνει ακόμη.

Από τη συνάντηση της Τετάρτης το αποτέλεσμα ήταν ότι μεθοδεύεται με συγκεκριμένο και συντεταγμένο τρόπο η δημιουργία μίας πανεπιστημιακής «αντι-εξουσίας» (contro-potere), που θα αποτελεί έναν ελεύθερο κύκλο διαλέξεων και ανταλλαγής απόψεων-κατά τα πρότυπα των ανοικτών μαθημάτων του ‘68. Φυσικά, την πρωτοκαθεδρία θα έχουν εκείνοι οι πανεπιστημιακοί που έχουν σηκώσει τη σημαία της ανυπακοής.

Την ερχόμενη Δευτέρα το πρωί, ο Μάσιμο Κατσάρι θα συνομιλήσει με τους συμμετέχοντες στο πρώτο μάθημα, με τίτλο «Κρίση της Δημοκρατίας»  στο αυτόνομο κι αυτοδιαχειριζόμενο κοινωνικό κέντρο Leoncavallo-«το μόνο μέρος που θέλησε να μας φιλοξενήσει, σπάζοντας τις αλυσίδες του αποκλεισμού που έσφιγγε τον αγώνα μας εδώ και μήνες», τόνισε ο Ματέι. Την ίδια στιγμή στο Μιλάνο τη Δευτέρα το ραντεβού έχει ορισθεί για την αίθουσα της Ιστορίας στο παν/μιο Στατάλε, όπου θα εξετασθεί η ενεστώσα κατάσταση και θα γίνει ένας απολογισμός, ενώ θα γίνει και σε βάθος συζήτηση για την «ανασυγκρότηση ενός δικτύου γνώσεων και προθέσεων, που βρίσκεται στα θεμέλια κάθε Δημοκρατίας, που τα τελευταία χρόνια έχει καταστραφεί», όπως επισημαίνουν στη διακήρυξή τους οι διοργανωτές. Διαπίστωσή τους είναι πως το γιγαντωμένο τελευταία αυτό κίνημα της διαμαρτυρίας περικλείει μέσα του όλη την οργή για τη διαχείριση της πανδημίας, που εκφράζεται με τη δυσπιστία στα θεσμικά κόμματα και από την προσπάθεια υπέρβασης του κατεστημένου πολιτικού παιχνιδιού τους. Αρκεί αυτό, ας μας επιτραπεί να σημειώσουμε, να μην καταλήξει σε μία ανάλογη με εκείνη του Μπέπε Γκρίλο αντισυστημική μεταστροφή, χωρίς ιδιαίτερα πολιτικά χαρακτηριστικά και πραγματικές θεσμικές διεκδικήσεις.

Ένας άλλος από τους άξονες αναφοράς της πανεπιστημιακής αντι-εξουσίας που ήταν παρούσα στη συνάντηση του Τορίνου, είναι και η Ρομπέρτα Λανφρεντίνι, τακτική καθηγήτρια Θεωρητικής Φιλοσοφίας στη Φλωρεντία, η οποία υποστηρίζει τους no pass φοιτητές της, μάλιστα  βγάζοντας σέλφι μαζί τους κατά τη διάρκεια ανάλογων πρωτοβουλιών. Η ίδια, μαζί με τον συνάδελφό της Αλεσάντρο Μπαρμπέρο είχε συντάξει την έκκληση των πανεπιστημιακών δασκάλων «ενάντια στην διακριτική λειτουργία του Green Pass».

Την προηγουμένη της διεξαγωγής του no pass-Think tank ο Στέφανο Ιζόλα πραγματοποίησε ένα μάθημα, με παρόντες 50 φοιτητές κάτω από ένα πανό με συνθήματα ενάντια στο Green Pass. Ο κατάλογος των πανεπιστημιακών της ανυπακοής αναμένεται να μεγαλώσει, καθώς ουκ ολίγοι, όπως ο φιλόσοφος Τζενάρο Ιμπριάνο στη Μπολόνια, ο στατιστικολόγος στην Πίζα Μπρούνο Κέλι ή ο καθηγητής Μαθηματικών στην Περούτζα Μάρκο Κάπρια, βρίσκονται από καιρό στις επάλξεις του αγώνα κατά του πιστοποιητικού ελέγχου.

Οι φοιτητές που αντιτίθενται στον έλεγχο εισόδου μεθοδεύουν όλο και περισσότερο τη μέθοδο των ανοικτών μαθημάτων, που βασίζεται στο απλό σχήμα «βρίσκεις ποιος πανεπιστημιακός συμμερίζεται την αντίθεση και τον καλείς να συμμετέχει στην κίνηση, ξεπερνώντας την όποια θεωρητική αντίθεση, για μία κοινή διαμαρτυρία» ενάντια στο μέτρο. Πριν μερικές εβδομάδες η πρωτοβουλία  Sapienza no pass που από καιρό έχει διαχωρίσει τη θέση και τη δράση της κατά του πιστοποιητικού από τους γραφικούς αντιεμβολιαστές και τους νεοφασίστες, έστειλε επιστολή στο παν/μιο της Ρώμης, ενημερώνοντας την πρύτανη Αντονέλα Πολιμένι, πως «εάν επιλεγεί το εργαλείο ελέγχου αυτό, εμείς οι φοιτητές θα αναγκασθούμε να αναζητήσουμε άλλα σημεία, διαφορετικά από το Σαπιέντσα, όπου η έρευνα, η γνώση και η κουλτούρα εμπνέονται από αρχές που το Green Pass επιδιώκει ει να καταστείλει».

Οι φοιτητές οργανώνονται ολοταχώς: οργανώνουν διαδηλώσεις, συμβολικές καταλήψεις όπως στο Τορίνο, εκφράζουν την αλληλεγγύη προς τους λιμενεργάτες της Τεργέστης, ανταλλάσσουν συνδέσμους του εναλλακτικού μέσου ενημέρωσης Byoblu-η οποία έχει μετατραπεί σε κινητήριο μοχλό και άξονα αναφοράς για τον χώρο. Έναν χώρο που αρνείται τις κομματικές ταυτότητες και αναμοχλεύει και επικαλείται τη δυναμική των νεολαιΐστικών κινημάτων της δεκαετίας του ‘70, καταγγέλλοντας την προσπάθεια των καθεστηκυίων πολιτικών δυνάμεων να εισβάλουν βίαια, αλλά και με τρόπο κρυφό, στη ζωή τους και να τη ρυθμίσουν. Μοιάζει να γεννιέται ένα κίνημα αυθόρμητο, με εγκάρσιες κοινωνικές και ιδεολογικές διαστρωματώσεις και με βούληση για αυτοδιάθεση, που θα υπερβαίνει τις σκοπιμότητες της εξουσίας.

Εκεί όμως, παράλληλα, ελλοχεύει κι ο κίνδυνος να εμφιλοχωρήσουν στο εσωτερικό ενός τέτοιου αυτοδιάθετου και ρευστού, χωρίς συντονισμό, κινήματος απόψεις κάθε είδους (από τους γραφικούς no vax, τους απλούς απογοητευμένους, τους αυτο-θυματοποιημένους κλπ) , που καμία σχέση δεν έχουν με τη συγκρότηση ενός υποκειμένου με καθορισμένη συνείδηση των αγώνων του.

Άλλωστε αυτήν την ανάγκη θεωρησιακής συγκρότησης του κινήματος διαμαρτυρίας στο Green Pass, που πλέον πειστικά θα διαπερνά το τείχος της παραπληροφόρησης και της διαστρέβλωσης από τα mainstream μέσα ενημέρωσης επισήμανε και στην τοποθέτησή του στη συνάντηση της Τετάρτης και ο Κατσάρι: «εάν δεν οπλισθούμε με μία οργανωμένη και συνεχή δομή, πώς θα μπορέσουμε να περάσουμε κρίσιμες πληροφορίες; Πρέπει να οργανωθούμε για να επικοινωνούμε τις απόψεις μας διαρκώς, να ορίζουμε νέες συναντήσεις, γιατί κάτι μπορεί να διηθηθεί από τα μέσα ενημέρωσης».

Μία πρόταση από τον πολύπειρο στους αγώνες του ‘60 και ‘70 φιλόσοφου, που ενδεχομένως να βοηθήσει ώστε αυτό το ποικιλόμορφο και απροσδιόνυσο μεταξύ του κίνημα, που ωστόσο γιγαντώνει, να ξεφύγει από τις αγαθές προθέσεις και να πετύχει εκεί όπου άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες (πχ Σαρδέλες) απέτυχαν. Δηλαδή, στο να αποκτήσει έναν ευρύτερο στόχο και να νομιμοποιηθεί, μέσα στην κοινωνία και τους αγώνες, σαν πολιτικό υποκείμενο.

Πηγή: https://kosmodromio.gr/author/davos/

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

Ποιος λοιπόν θα αντισταθεί;


 

Τον τελευταίο ενάμισι χρόνο η παγκόσμια κοινότητα ήρθε αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη κατάσταση, τη λεγόμενη «πανδημία του Covid-19». Οι εξουσιαστές και οι διαχειριστές του κράτους προσπάθησαν να μας πείσουν ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο και σε αυτόν τον πόλεμο ο εχθρός είναι αποκλειστικά ο ιός. Στον «πόλεμο» αυτό οι κυβερνώντες επέβαλαν ένα καθεστώς έκτακτης ανάγκης, αναστέλλοντας το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνικής μας ζωής και των δραστηριοτήτων που στηρίζονταν στη διαπροσωπική επαφή και αλληλεπίδραση. Η πραγματική ζωή δαιμονοποιήθηκε, χαρακτηρίστηκε «επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία», για να δώσει τη θέση της στην καραντίνα, τον εγκλεισμό στο σπίτι και την υποχρεωτική τηλεκπαίδευση και τηλεργασία με ελάχιστες έως ανύπαρκτες κοινωνικές και πολιτικές αντιστάσεις απέναντι στη ριζική αναδιάρθρωση των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων που συντελείται κι επιβάλλεται από το κράτος μέχρι και σήμερα.

Απέναντι λοιπόν σε αυτό το δυστοπικό παρόν που μας εισάγει σε μια νέα κανονικότητα αναδύεται ένα καίριο ερώτημα: υπάρχει αριστερή απάντηση, ή είναι και η ίδια η αριστερά κι ο ευρύτερος χώρος υπό διερώτηση κι επαναπροσδιορισμό περιεχομένου σε αυτόν τον βιοπολιτικό ολοκληρωτισμό που έχει εγκαθιδρυθεί;
Αυτό που παρατηρούμε μέχρι σήμερα είναι ότι, όπως ήταν αναμενόμενο, τα κόμματα τόσο της κοινοβουλευτικής όσο και της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δεν έφεραν καμία απολύτως αντίσταση, συμπορεύτηκαν ενάμιση χρόνο τώρα με τα κυβερνητικά μέτρα που αφορούν την αντιμετώπιση της επιδημίας, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την υποταγή τους και την αφομοίωσή τους στο καθεστώς της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Ενώ θα περίμενε κανείς ότι μέσα σε αυτόν τον κοινωνικό βούρκο ο αντιεξουσιαστικός χώρος θα αποτελούσε μιαν αχτίδα φωτός, ουσιαστικά συνέβη το αντίθετο. Στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, ο κόσμος ήρθε αντιμέτωπος με κάποιες καταστάσεις που μέχρι το 2019 έμοιαζαν εξωπραγματικές, όπως η έγκριση εξόδου από τον αριθμό 13033, ο περιορισμός της ελεύθερης μετακίνησης έως τρείς ώρες, απαγόρευση κυκλοφορίας από νομό σε νομό και, φυσικά, υποχρεωτική τηλεκπαίδευση σε μαθητές και φοιτητές. Η μαζική αντίδραση του αναρχικού χώρου ήταν ανύπαρκτη, ενώ ακόμη και τα μέσα αντιπληροφόρησης δεν έθιγαν ουσιαστικά τα κοινωνικά προβλήματα που δημιούργησε το lockdown στην μαζική ψυχολογία της κοινωνίας, ούτε φυσικά υπήρξαν καλέσματα αντίστασης. Αντίθετα, λίγους μήνες αργότερα και αφού η κυβέρνηση επέβαλε υποχρεωτική χρήση μάσκας σε εσωτερικούς κι εξωτερικούς χώρους, καθώς και σε σχολεία και χώρους εργασίας, ένα μεγάλο μέρος του α/α χώρου χαιρέτησε το μέτρο αυτό του κράτους σαν μια προσπάθεια ανάκτησης της χαμένης κοινωνικής μας ζωής, συκοφαντώντας και λοιδορώντας όσους συντρόφους εναντιώθηκαν στους μηχανισμούς πειθάρχησης της κοινωνίας.
Ωστόσο η πολιτική κατρακύλα δεν έχει τελειώσει. Στη διάρκεια της δεύτερης καραντίνας, η οποία ήταν σκληρότερη από την πρώτη (καθώς διήρκεσε περισσότερους μήνες και υπήρξε απαγόρευση κυκλοφορίας αρκετές ώρες το εικοσιτετράωρο), το μεγαλύτερο μέρος του χώρου δεν αντέδρασε. Μόνον όταν μπήκε σ’ εφαρμογή το «γαλάζιο σχέδιο ελευθερίας» της κυβέρνησης άρχισε να φαίνεται πως ο χώρος αναλαμβάνει δράση, αλλά η δράση δεν ήταν εκείνη που θα περίμενε κάποιος από έναν πολιτικό χώρο που υπόσχεται κοινωνική απελευθέρωση και ολική χειραφέτηση.
Πράγματι, το μεγαλύτερο μέρος του α/α χώρου αγκάλιασε το σχέδιο της κυβέρνησης για υποχρεωτικό/μαζικό εμβολιασμό, υιοθετώντας άκριτα τη συκοφαντική κρατική και μιντιακή εκστρατεία υπονόμευσης της πολιτικής αμφισβήτησης στο κυρίαρχο αφήγημα και ταυτίζοντας την πολιτική κριτική με συνωμοσιολογία, ανορθολογισμό, ακόμη και με νεοναζισμό («ψέκες», «νεοναζί», κ.λπ.)  Αποτέλεσμα της στάσης αυτής δεν ήταν μόνο η παραχώρηση των ηνίων του αγώνα κατά της υποχρεωτικότητας στα ακροδεξιά μορφώματα, αλλά και με την στάση του ο αναρχικός χώρος συνέδραμε την κυβέρνηση στο στήσιμο ενός σύγχρονου απαρτχάιντ.
Ενώ το μεγαλύτερο κομμάτι, τόσο της ευρύτερης αριστεράς όσο και του αναρχικού χώρου, είχε προσαρμοστεί εξαρχής στο καθεστώς έκτακτης ανάγκης, κάποιες δυνάμεις του ανταγωνιστικού κινήματος από την αρχή της νέας δυστοπίας εναντιωθήκαμε στα κυβερνητικά μέτρα, τόσο με τον γραπτό μας λόγο σε μέσα αντιπληροφόρησης και blogs όσο και με τη δράση μας στο δρόμο. Στις 2 Οκτώβρη 2021, στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με τη μαζική πορεία κάποιων αριστερών και αυτόνομων/αναρχικών ομάδων, δόθηκε μια πρώτη απάντηση απέναντι τόσο στο κράτος όσο και στα κομμάτια εκείνα της αριστεράς και της αναρχίας που επιμένουν να αναπαράγουν την ίδια ρητορική αποπολιτικοποίησης της υγειονομικής συνθήκης.
Απέναντι λοιπόν στο κράτος που έχει αναλάβει σε ύφος τμήματος μάρκετινγκ των φαρμακευτικών να μας πειθαρχεί και να μας τιμωρεί ανάλογα με το πόσες φορές σηκώνουμε το μανίκι να τσιμπηθούμε για το «καλό» μας, κι απέναντι στα δεκανίκια του από τον ευρύτερο αριστερο/αναρχικό χώρο που επιτρέπει την υγειονομική αστυνομία στα πανεπιστήμια, την επιβολή διαχωρισμών με την επίδειξη πιστοποιητικών και θεωρεί ότι το σκανάρισμα κάθε κυττάρου της ζωής μας είναι αναγκαίο κακό, αφού το σώμα δεν μπορεί να έχει ιερότητα σε καιρούς πανδημίας, εμείς αντιτασσόμαστε με όσα μέσα διαθέτουμε σε αυτόν τον παραλογισμό και προσπαθούμε να επινοήσουμε τα μέσα αντίστασης που θα αποφέρουν μια μικρή αχτίδα ελπίδας στον ζόφο. Μια ελπίδα που βγαίνει αυτή τη στιγμή ιστορικά από τη χαραμάδα του αναγκαίου και ριζικού επαναπροσδιορισμού εννοιών, υποκειμένων και πολιτικών σχηματισμών, προκειμένου να δώσει χώρο σε νέες σχέσεις, ερμηνείες και αποτελέσματα. Σε αυτόν τον βιοπολιτικό ολοκληρωτισμό που με αλαζονεία και έπαρση λέει ότι το σώμα ανήκει στην εξουσία κι έρχεται να δημιουργήσει σε αυτή τη βάση ένα αδιανόητο υγειονομικό/πολιτικό απαρτχάιντ, η δική μας απάντηση δεν θα έρθει ούτε από την αριστερά ούτε από τον ευρύτερο χώρο της αναρχίας: θα είναι από τη φωτιά και τις στάχτες του παλιού που πεθαίνει και δίνει τη θέση του σε νέα μέσα και υποκείμενα δυναμικής πά
λης.

Άρθρο της Contra Dystopia Που δημοσιεύτηκε στο Δρόμο της Αριστεράς την 6/11/2021. 

Πηγή: https://contradystopia.blogspot.com/

Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2021

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΗΣΗ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΜΑΣ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΑΠΑΡΤΧΑΙΝΤ

 


Το ζήσαμε κι αυτό.

Ράπιντ τεστ για είσοδο σε λιανεμπόριο, ακόμα και για εξωτερικούς χώρους εστίασης.

Είναι προφανές για κάθε νοήμον ον ότι το να απαιτείται η διενέργεια ιατρικού τεστ για την κατανάλωση φαγητού ή ποτού σε εξωτερικό χώρο με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να συνδέεται έστω κι ελάχιστα με προληπτικά υγειονομικά μέτρα αντιμετώπισης του περιβόητου ιού.

Αν λοιπόν το μέτρο δεν είναι υγειονομικό, τότε τι είναι;

Μα προφανώς ένα ακόμα μέτρο πειθάρχησης του σώματος και των συμπεριφορών, όπως εξάλλου ήταν και κάθε δήθεν προληπτικό μέτρο τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως ήταν εξάλλου κι η καραντίνα κι οι κωδικοί εξόδου από το σπίτι, που είδαμε όλοι την αποτελεσματικότητά τους.

Δεν είναι όμως μόνο ένα ακόμα πειθαρχικό μέσο. Είναι και μια τρανή απόδειξη για το τελούμενο απαρτχάιντ, για τους κοινωνικούς διαχωρισμούς κι αποκλεισμούς, με αφορμή τον εμβολιασμό για τον covid19.

Είναι επίσης ένα πειθαρχικό μέσο, τιμωρητικής υφής.

Είναι ένα μέτρο που προάγει την ταξική ανισότητα, καθώς όπως και σε όλα τα μέχρι τώρα, υποτιθέμενα υγειονομικά, μέτρα (σειρά υπέρογκων προστίμων), έτσι και τώρα, αυτοί που πλήττονται και αποκλείονται από την κοινωνική ζωή  κι ακόμα περισσότερο από δομές που είναι απαραίτητες για την επιβίωσή  τους κι ακόμα και για την ίδια τους την υγεία, είναι όσοι ανήκουν στην εργατική τάξη ή είναι άνεργοι, χαμηλοσυνταξιούχοι ή εργαζόμενοι που τέθηκαν σε αναστολή.

Με αυτά τα δεδομένα η επιλογή του να εμβολιαστείς ή μη, του να “πιστοποιηθείς” ή μη, δεν είναι μια απλή επιλογή, αλλά ταξική συμμόρφωση κι υποταγή.

Είναι ακόμη ένα μέσο που ευθέως κι ευθαρσώς συνδέει τον εμβολιασμό ή μη, τη διενέργεια τεστ ή μη με μια καταναλωτική συμπεριφορά. 

Θέλεις να πιεις καφέ σε μαγαζί στην πλατεία; Εμβολιάσου ή κάνε ράπιντ τεστ, αλλιώς πιες τον στα παγκάκια. Στο επόμενο λέβελ βέβαια θα ζητάνε ράπιντ και για τα παγκάκια, καθώς ήδη από την εποχή της καραντίνας το κράτος έδειξε ότι ένας από τους σκοπούς του είναι η κατάληψη από αυτό των δημοσίων χώρων.

Στη τρέχουσα πίστα δεν απαιτείται πια να είσαι ντε και καλά εμβολιασμένος, αρκεί να είσαι τεσταρισμένος. Αρκεί να είσαι “πιστοποιημένος”. Να φέρεις την κρατική σφραγίδα έγκρισης. Ακόμα και το ίδιο το τεστ, το ράπιντ, η μόνη αξία που έχει είναι της πιστοποίησης, καθώς στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα σελφ τεστ, που ανεβαίνει όμως στο gov.gr, και ανοίγει κάποιες (ολοένα και λιγότερες) πόρτες.

Το πραγματικά κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι ότι τα προνόμια που ευθέως, απροκάλυπτα και χωρίς ίχνος υγειονομικής αιτιολόγησης αποδίδονται πια από το κράτος στους πιστοποιημένους υπηκόους συνδέονται άμεσα με ποταπή καπιταλιστική κατανάλωση.

Ωσάν ο καπιταλισμός, που με πρόφαση τον ιό προσπαθούν να αναδιαρθρώσουν και “διασώσουν”, να είναι αυτοσκοπός και το απόλυτο προνόμιο για το οποίο αξίζει να ζεις και να πιστοποιείσαι καθημερινά.

Δεν είμαστε από τους θιασώτες της κοινωνίας του θεάματος, που βρίσκουν δίκαιο αντάλλαγμα για την πειθάρχηση και πιστοποίηση του σώματός μας και των συμπεριφορών μας ένα γεύμα σε ένα εστιατόριο ή ένα ποτό.

Είμαστε από αυτούς που ούτως ή άλλως προτιμούσαν τα παγκάκια, τις πλατείες και τους αδιαμεσολάβητους δημόσιους χώρους.

Οι δημόσιοι χώροι είναι άβατο κι άσυλό μας και δεν θα επιτρέψουμε στο κράτος και τα τσιράκια του, δεξιά κι αριστερά, να τον καταλάβουν με υγειονομικές προφάσεις.

Πηγή: https://contradystopia.blogspot.com/2021/11/blog-post_71.html

Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2021

Δεν συζητάμε τους εμβολιασμούς αλλά την πολιτική χρήση του Green pass

 του Giorgio Agamben



Αυτό που προκαλεί εντύπωση στις συζητήσεις για το green pass και το εμβόλιο είναι ότι, όπως συμβαίνει όταν μια χώρα διολισθαίνει χωρίς να το καταλαβαίνει στον φόβο και στη μισαλλοδοξία –και αναμφιβόλως αυτό συμβαίνει σήμερα στην Ιταλία–, οι θεωρούμενες σαν αντίθετες απόψεις όχι μόνο δεν παίρνονται υπόψη στα σοβαρά, αλλά τυγχάνουν μιας βιαστικής άρνησης, όταν δεν γίνονται, καθαρά και ξάστερα, αντικείμενο σαρκασμών και προσβολών. Θα λέγαμε ότι το εμβόλιο έχει γίνει ένα θρησκευτικό σύμβολο το οποίο, όπως σε κάθε πίστη, χρησιμεύει ως το διακριτικό σύμβολο φίλων και εχθρών, σωσμένων και καταδικασμένων. Πώς μπορούμε να θεωρήσουμε σαν επιστημονική και όχι θρησκευτική μια θέση που αρνείται την εξέταση διαφορετικών θέσεων;

Γι’ αυτό είναι σημαντικό, πρώτα απ’ όλα, να ξεκαθαρίσουμε ότι το πρόβλημα για μένα δεν είναι το εμβόλιο, όπως στις προηγούμενες παρεμβάσεις μου δεν ήταν η πανδημία, αλλά η πολιτική χρήση που τους γίνεται, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο, ήδη από τον αρχή, τυγχάνουν χειρισμού από τους κυβερνώντες.

Στους φόβους που εκφράστηκαν στο κείμενο που υπέγραψα εγώ και ο Μάσιμο Κατσάρι, κάποιος απρόσεκτα αντέταξε ότι δεν πρέπει να ανησυχούμε, «γιατί ζούμε σε δημοκρατία». Πώς είναι δυνατό να μην καταλαβαίνει ότι μια χώρα που τώρα πια εδώ και σχεδόν δύο χρόνια βρίσκεται σε κατάσταση εξαίρεσης και στην οποία αποφάσεις που συμπιέζουν σοβαρά τις ατομικές ελευθερίες εισάγονται μέσω διαταγμάτων (είναι σημαντικό το γεγονός ότι τα μέντια μιλούν το δίχως άλλο για «διάταγμα Ντράγκι», λες και εκπορεύεται από ένα και μοναδικό άτομο), δεν είναι πλέον, εκ των πραγμάτων, μια δημοκρατία; Πώς είναι δυνατόν η αποκλειστική επικέντρωση στις μολύνσεις και στην υγεία να μας εμποδίζει να αντιληφθούμε τον Μεγάλο Μετασχηματισμό που συμβαίνει στην πολιτική σφαίρα, στην οποία, όπως συνέβη με τον φασισμό, μια ριζική αλλαγή μπορεί να επέλθει εκ των πραγμάτων χωρίς να αλλάζει το κείμενο του Συντάγματος; Και δεν θα έπρεπε να σκεφτούμε το γεγονός ότι στις προβλέψεις εξαίρεσης και στα μέτρα που από καιρού εις καιρόν παίρνονται, δεν υπάρχει μια καταληκτική ημερομηνία, αλλά πως αυτά ανανεώνονται ακατάπαυστα, δηλώνοντας σχεδόν, όπως οι κυβερνήσεις δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν, ότι τίποτα δεν θα είναι πλέον όπως πριν και πως συγκεκριμένες ελευθερίες και συγκεκριμένες βασικές δομές της κοινωνικής ζωής στις οποίες είχαμε συνηθίσει, καταργούνται επ’ αόριστον; Αν είναι όντως αλήθεια ότι αυτός ο μετασχηματισμός –και η αυξανόμενη αποπολιτικοποίηση της κοινωνίας ως αποτέλεσμά του– είναι ήδη εδώ και καιρό σε εξέλιξη, δεν θα ήταν εξαιτίας αυτού του γεγονότος πολύ περισσότερο επείγον να σταθούμε και να αποτιμήσουμε, όσο προλαβαίνουμε, τις ακραίες επιπτώσεις; Έχει ειπωθεί ότι το μοντέλο που μας κυβερνά δεν είναι πλέον η κοινωνία της πειθαρχίας αλλά η κοινωνία του ελέγχου, όμως μέχρι ποιο σημείο μπορούμε να δεχτούμε αυτός ο έλεγχος να μας συμπιέζει;

Είναι σε αυτό το πλαίσιο που πρέπει να θέσουμε το πολιτικό πρόβλημα του green pass, χωρίς να το συγχέουμε με το ιατρικό πρόβλημα του εμβολίου, με το οποίο δεν συνδέεται απαραίτητα (έχουμε κάνει στο παρελθόν εμβόλια κάθε τύπου, χωρίς ποτέ κάτι τέτοιο να προχωρά στη διάκριση των πολιτών σε δύο κατηγορίες). Το πρόβλημα δεν είναι, πράγματι, μόνο αυτό, αν και σοβαρότατο, της διάκρισης μιας κατηγορίας πολιτών σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας: είναι επίσης κι αυτό, που σαφώς βρίσκεται περισσότερο από το άλλο στο βάθος της σκέψης των κυβερνήσεων, του τριχοειδούς και απεριόριστου ελέγχου που αυτός ο έλεγχος συνεπάγεται για τους ανοήτως υπερηφανεύομενους κατόχους του «πράσινου πιστοποιητικού». Πώς είναι δυνατόν –ρωτάμε για μια ακόμη φορά– να μην αντιλαμβάνονται ότι όντας υποχρεωμένοι να επιδεικνύουν το διαβατήριό τους ακόμη και όταν πηγαίνουν στον κινηματογράφο ή το εστιατόριο, θα ελέγχονται σε κάθε τους βήμα;

Στο κείμενό μας επικαλεστήκαμε την αναλογία με την «προπίσκα», δηλαδή το διαβατήριο που οι πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης όφειλαν να δείχνουν προκειμένου να μετακινηθούν από το ένα μέρος στο άλλο. Έχουμε εδώ την ευκαιρία να διακριβώσουμε, αφού δυστυχώς μοιάζει αναγκαίο, τι είναι μια δικαιο-πολιτική αναλογία. Μας επέπληξαν δίχως κανέναν ότι εισάγουμε μια αναλογία ανάμεσα στη διάκριση που προκύπτει από το green pass και στις διώξεις των εβραίων. Πρέπει να τονίσουμε μια για πάντα ότι μόνο ένας ανόητος θα μπορούσε να εξισώσει τα δύο φαινόμενα, που προφανώς είναι εντελώς διαφορετικά. Όμως δεν είναι λιγότερος ανόητος όποιος αρνείται να εξετάσει την καθαρά δικαιική αναλογία –εγώ έχω σπουδάσει νομικά– ανάμεσα σε δύο κανόνες, τον φασιστικό για τους εβραίους και αυτόν για τη θέσπιση του green pass. Ίσως δεν είναι άχρηστο να πούμε ότι αμφότεροι οι κανόνες εισήχθησαν μέσω διαταγμάτων και ότι αμφότεροι, για όποιον δεν έχει μια αντίληψη απλώς θετικιστική του δικαίου, είναι απαράδεκτοι, γιατί –ανεξάρτητα από τους προβαλλόμενους λόγους– οδηγούν αναγκαστικά στη διάκριση μιας κατηγορίας ανθρωπίνων όντων, κάτι απέναντι στο οποίο ένας εβραίος θα έπρεπε να είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητος.

Για μια ακόμη φορά όλα αυτά τα μέτρα, για όποιον διαθέτει μια ελάχιστη πολιτική φαντασία, εντάσσονται στο πλαίσιο του Μεγάλου Μετασχηματισμού που οι κυβερνήσεις των κοινωνιών μοιάζουν να έχουν στο μυαλό τους –δεχόμενος, αντιθέτως, ότι δεν πρόκειται, όπως είναι πιθανό, για την τυφλή πορεία μιας τεχνολογικής μηχανής, που τώρα πια έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Πολλά χρόνια πριν μια επιτροπή της γαλλικής κυβέρνησης με κάλεσε να πω τη γνώμη μου για τη θέσπιση μιας νέας ευρωπαϊκής ταυτότητας, που περιείχε ένα τσιπ με όλα τα βιολογικά δεδομένα ενός ατόμου, όπως και κάθε άλλη πιθανή πληροφορία γι’ αυτό. Μου φαίνεται προφανές ότι το πράσινο πιστοποιητικό είναι το πρώτο βήμα για αυτή την ταυτότητα, η εισαγωγή της οποίας είχε για κάποιον λόγο αναβληθεί.

Σε ένα τελευταίο πράγμα θα ήθελα να στρέψω την προσοχή όποιου θέλει να συζητήσει χωρίς να προσβάλλει. Τα ανθρώπινα όντα δεν μπορούν να ζήσουν αν δεν δώσουν στη ζωή λόγους και αιτιολογήσεις, που κάθε φορά παίρνουν τη μορφή των θρησκειών, των μύθων, των πολιτικών πεποιθήσεων, των φιλοσοφιών και των ιδεωδών κάθε είδους. Αυτές οι αιτιολογήσεις μοιάζουν σήμερα –τουλάχιστον στο πιο πλούσιο και τεχνολογικοποιημένο τμήμα της ανθρωπότητας– να αμβλύνονται και οι άνθρωποι να βρίσκονται, ίσως για πρώτη φορά, μπροστά στην καθαρή βιολογική τους επιβίωση, την οποία, απ’ ότι φαίνεται, είναι ανίκανοι να αποδεχτούν. Μόνο αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί, αντί να δέχονται το απλό, γλυκό δεδομένο να ζουν ο ένας δίπλα στον άλλο, νιώθουν την ανάγκη να εγκαθιδρύσουν έναν αδυσώπητο υγειονομικό τρόμο, στον οποίο η ζωή χωρίς πλέον ιδεατές αιτιολογήσεις, απειλείται και τιμωρείται κάθε στιγμή από ασθένειες και θάνατο. Έτσι όπως δεν έχει νόημα να θυσιαστεί η ελευθερία στο όνομα της ελευθερίας, έτσι δεν είναι δυνατό να απαρνηθούμε, στο όνομα της γυμνής ζωής, αυτό που κάνει τη ζωή άξια να τη ζει κανείς.

La Stampa 30/7/2021

Πηγή: https://xwroselkoul.blogspot.com/

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

Κρατική καταστολή ελευθεριών, δικαιωμάτων και δραστηριοτήτων για τη διαχείριση προβλημάτων και κρατικής ανεπάρκειας


του Κωνσταντίνου Φαρσαλινού *

Νέα μόδα εισάγει πλέον η πολιτική εξουσία στη διαχείριση προβλημάτων της καθημερινότητας, τόσο έκτακτων όσο και αναμενόμενων.
Η αρχή έγινε με την πανδημία. Κρατική καταστολή ατομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων και της απαγόρευσης κυκλοφορίας και εργασίας, ως ΤΑ ΜΟΝΑΔΙΚΑ μέτρα για τη διαχείριση της πανδημίας. Πρακτικά μιλάμε για κατάργηση της δημοκρατίας και περιστολή συνταγματικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αλλά ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, και ο σκοπός ήταν η προστασία και σωτηρία. Ακούσαμε στο 1ο κύμα από τους ειδικούς που προσέφεραν απλόχερα την προστασία και σωτηρία μας, ότι αυτοί οι περιορισμοί απέτρεψαν 13.685 θανάτους (η δήλωση εδώ: https://tinyurl.com/24ymb3zy). Μετά την υποτιθέμενη επιτυχία του 1ου κύματος, σήμερα έχουμε πλέον πάνω από 15.000 θανάτους, και ξεπεράσαμε ακόμη και τους Σουηδούς που με ευκολία χαρακτηρίζαμε “δολοφόνους”.
Το πρόβλημα βέβαια είναι πως φτάσαμε στο κλασσικό αποτέλεσμα του “ουδέν μονιμότερου του προσωρινού”. Ακόμη και μέχρι πρόσφατα, 18 μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας, ένας μικρός στρατός πρόθυμων ειδημόνων επιδίδονταν σε διαγωνισμό γραφικότητας συνεχίζοντας να υποστηρίζουν τα lockdown και τους ακραίους περιορισμούς ως λύση σε ένα πρόβλημα που δεν έλυσαν μέχρι τώρα. Δυστυχώς είναι οι ίδιοι που, εδώ και καιρό, παριστάνουν το “λαγό”, επηρεάζουν, ή παίζουν το ρόλο κάλυψης των πολιτικών προθέσεων (ή της πολιτικής ανεπάρκειας) με ψευδο-επιστημονικό μανδύα.
Η πανδημία όμως ήταν μόνο η αρχή. Η “διαταγές προστασίας δια των καταστολών” επεκτείνονται πλέον και σε άλλα προβλήματα. Τον περασμένο χειμώνα, θυμόμαστε το προληπτικό κλείσιμο της εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας λόγω χιονόπτωσης. Την ίδια ώρα, σε ζωντανή σύνδεση τηλεοπτικού σταθμού βλέπαμε την εθνική οδό πεντακάθαρη, αλλά ο δημοσιογράφος προσπαθούσε να μας πείσει ότι όλοι έχουμε δυσχρωματοψία με αδυναμία διαχωρισμού μεταξύ λευκού (χιόνι) και μαύρου (άσφαλτος). Όταν κάθε άλλη χρονιά κατηγορούσαμε την πολιτική εξουσία για την ανεπάρκειά της και θεωρούσαμε αδιανόητο να κλείνει μια κεντρική οδική αρτηρία της χώρας, φτάσαμε με την καταστολή να υμνούμε την ανεπάρκεια ως ένδειξη υπευθυνότητας όταν εμφανίζεται ως διαταγή προστασίας.
Πριν λίγες ημέρες είδαμε να επιβάλλεται απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας και κλείσιμο κεντρικής λεωφόρου στην Αθήνα, ακόμη και με τη συνδρομή του στρατού. Πάλι λοιπόν η ανεπάρκεια μετατρέπεται σε ύμνο υπευθυνότητας αφού η κρατική καταστολή αποκτά χαρακτηριστικά διατάγματος προστασίας. Προφανώς θεωρούν ότι απευθύνονται σε νοητικά ανάπηρους πολίτες, ανίκανους να διαχειριστούν ένα προβλεπόμενο καιρικό φαινόμενο, και φυσικά ταυτόχρονα θεωρούν ανίκανο το κράτος να προλάβει τις καταστροφές ενός προβλέψιμου καιρικού φαινομένου. Είναι μάλιστα εντυπωσιακό πως στην απόφαση ενεπλάκησαν οι Θεοδωρικάκος, Στυλιανίδης, Γεραπετρίτης, Πέτσας, Καραγιάννης, Τουρνάς, Οικονόμου και Πατούλης (Πηγή: https://tinyurl.com/ybwf3rdp). Από αυτούς μόνο 2 είναι εκλεγμένοι με σταυρό προτίμησης!! Με λίγα λόγια, πολιτική εξουσία, και μάλιστα με αυταρχισμό, ασυδοσία και κατάργηση δικαιωμάτων, ασκούν διορισμένοι κι όχι εκλεγμένοι πολιτικοί.
H κατάσταση πανικού (state of panic) βοηθάει απίστευτα στην αποδοχή του κάθε ακραίου, κατασταλτικού και απαξιωτικού μέτρου θέλει να περάσει η πολιτική εξουσία, που μάλιστα να το εμφανίσει ως στοργική προστασία προς τους πολίτες. Τα ίδια συνέβησαν με τις φωτιές σε Εύβοια, Αττική και Πελοπόννησο. Στόχος ήταν η προστασία της ανθρώπινης ζωής, κι αυτό αναδείχθηκε ως ύμνος για την πολιτική εξουσία που κρύβει την ανικανότητα διαχείρισης προβλεπόμενων κινδύνων και το αποτέλεσμα της ανικανότητας, δηλαδή την περιβαλλοντική καταστροφή και την ερήμωση της υπαίθρου. Τα ίδια συνέβησαν και με την πανδημία. Θα πεθάνουμε όλοι, βροντοφώναζαν οι ειδικοί, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται ως σωτηρία όχι μόνο τα χωρίς αμφιβολία καταστροφικά lockdown αλλά και γραφικά μέτρα όπως η χρήση μάσκας στο δρόμο όταν περπατάμε.
Η νέα μόδα καταστολής δικαιωμάτων και κοινωνικών δραστηριοτήτων λαμβάνει πλέον χαρακτήρα κανονικότητας. Αυτό θυμίζει άλλες, μαύρες για την ανθρωπότητα εποχές. Η πανδημία έφερε νέα ήθη και έθιμα, και νέα “φιλοσοφία” στην άσκηση πολιτικής εξουσίας. Είναι εντυπωσιακή η χειραγώγηση της λογικής, της πραγματικότητας και της κοινής γνώμης που θεωρεί ότι μπορεί να σταθεί ως κανονικότητα αυτού του είδους η προσβλητική για τη νοημοσύνη διαχείριση. Μάλλον όμως ήταν αυτό που έλειπε τόσα χρόνια από την ανεπιτυχή προσπάθεια να παρουσιαστεί η κλιματική κρίση ως προσωπική υγειονομική απειλή για τον κάθε πολίτη, κάτι που θα δικαιολογούσε τη λήψη μέτρων περιορισμού της ελευθερίας (όπως συμβαίνει σήμερα με την απειλή της πανδημίας).
Πριν από αρκετούς μήνες, στο πρώτο διάστημα της πανδημίας, υπήρχαν ορισμένοι που είχαν προβλέψει αυτού του είδους τις πολιτικές και πολιτισμικές εκτροπές. Ακόμη κι εγώ τους είχα χαρακτηρίσει κατ’ ιδίαν ως ακραίους και συνομωσιολόγους. Τους οφείλω μια συγγνώμη.
Σε όσους θεωρούν ως “υποχρέωση” ή “κοινωνική ευθύνη” να παίρνουν τη θέση “αψέκαστου” και να παριστάνουν πως όλα όσα ζούμε είναι φυσιολογικά, προτείνω να ψεκάσουν λίγο το πρόσωπό τους με νερό. Είναι αρκετό για να συνέλθουν, να ξαναρχίσουν να σκέφτονται και να αντιληφθούν την ξεκάθαρη πολιτική και πολιτισμική εκτροπή που βιώνουμε.

*ιατρός - ερευνητής, Πανεπιστήμιο Πάτρας - Σχολή Δημόσιας Υγείας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής